Από παιδιά περιμέναμε πώς και πώς τις
Αλκυονίδες ημέρες! Θες επειδή ήταν παρηγοριά μέσα στο κρύο του χειμώνα, θες
επειδή μπερδευόταν τόσο σαγηνευτικά ο μύθος με την επιστήμη, πάντως το σίγουρο ήταν οι
βόλτες μας στη Θάλασσα και τα πολυπόθητα χειμερινά μπάνια τις μέρες εκείνες.
Αναστολή του χειμώνα για λίγες
μέρες με ηλιοφάνεια και ανεβασμένες θερμοκρασίες για χάρη της Αλκυόνης (αλς=θάλασσα
& κύω=κυοφορώ),
του μεταναστευτικού ψαροπουλιού, που βρίσκει τόπο και συνθήκες κατάλληλες να
γεννήσει τα αυγά του και να τα επωάσει. Έτσι λέει ο μύθος…
Αλκυονίδες
ημέρες, λοιπόν! Η
ονομασία τους είναι αρχαία ελληνική και προέρχεται από τον Αριστοτέλη, ο οποίος
στο σύγγραμμά του "Περί ζώων ιστορίαι" γραμμένο περί το 350 π.χ. αναφέρει ότι
οι ημέρες αυτές εμφανίζονται εφτά ημέρες πριν και εφτά ημέρες μετά τη χειμερινή
τροπή: "Η δε Αλκυών τίκτει περί τροπάς χειμερινάς, διό και καλούνται, όταν
ευδιειναί γένωνται αι τροπαί, αλκυόνειοι ημέραι…"
Ωστόσο,
όπως γράφει η wikipedia από καθαρά μετεωρολογική άποψη, οι αλκυονίδες ημέρες ως
ημέρες καλοκαιρίας εξηγούνται από το γεγονός, ότι στο γεωγραφικό πλάτος που
βρίσκεται η Ελλάδα μέχρι το γεωγραφικό πλάτος κυρίως της βορειοανατολικής
Ευρώπης, κατά την περίοδο του χειμώνα παρατηρείται η αυτή βαρομετρική πίεση
(εξίσωση πίεσης) με συνέπεια αφενός να μη δημιουργούνται άνεμοι και αφετέρου ο
καιρός να είναι μεν ψυχρός αλλά και ηλιόλουστος, λόγω της αντικυκλωνικής
κατάστασης.
Αυτό
όμως δεν σημαίνει πως κάθε χρόνο υπάρχουν αλκυονίδες ημέρες: "περί μεν ουν τους
ενταύθα τόπους ουκ αιεί συμβαίνει γίγνεσθαι αλκυονίδας ημέρας",( Αριστοτέλης). Υπάρχουν
και χρονιές που έλειψαν τελείως, όπως το 1947, αλλά και οι ημερομηνίες έναρξης
και λήξης καθώς και η διάρκειά τους δεν είναι σταθερές. Συνήθως όμως καλύπτουν
σχεδόν το δεύτερο μισό του Ιανουαρίου. Παρόλα αυτά, άλλοι επιμένουν να
αποδίδουν τη διάρκειά τους σε διάστημα 14 αίθριων ημερών, από τις 15 Δεκεμβρίου
έως 15 Φεβρουαρίου στην Ελλάδα, δηλαδή στην καρδιά του χειμώνα.
Ο
μύθος της Αλκυόνης είναι παμπάλαιος και πολλοί συγγραφείς, ποιητές, στιχουργοί, αλλά και ζωγράφοι
έχουν εμπνευσθεί από αυτόν.
Σύμφωνα λοιπόν
με το μύθο, η Αλκυόνη, πριν γίνει πουλί, ήταν μια πεντάμορφη κοπέλα, κόρη του
Αίολου (αιόλος=ορμητικός), του θεού
του ανέμου και της Ενάρετης. Η Αλκυόνη
ήταν παντρεμένη με τον Κύηκα, βασιλιά της Τραχίνας και ήταν πολύ αγαπημένοι. Περνούσαν τόσο όμορφα και ήταν τόσο ευτυχισμένοι, που
άρχισαν να πιστεύουν σιγά – σιγά ότι δεν είναι κοινοί θνητοί, αλλά ισάξιοι με
τους 12 Θεούς του Ολύμπου .
Ο Κύηκας
θεώρησε τον εαυτό του ισάξιο του Δία και η Αλκυόνη πίστευε πως ήταν ισάξια της
Ήρας. Μάλιστα άρχισαν να αποκαλούν ο ένας τον άλλο με τα ονόματα των Θεών! Και το χειρότερο, έφτασαν
να ζητήσουν και από τους κατοίκους της πόλης να τους φωνάζουν με αυτά τα
ονόματα! " Ἀλκυόνην δὲ Κύων ἔγημεν
Εωσφόρου παῖς. ούτοι δὲ δι’ υπερηφάνειαν ἀπώλοντο. Ο μὲν γὰρ την γυναῖκα ἔλεγεν
Ήραν, η δὲ τὸν άνδρα Δία, Ζεὺς δὲ αὐτοὺς ἀπωρνέωσε, καὶ την μὲν ἀλκυόνα ἐποίησε,
τὸν δὲ κήυκα." ( Απολλόδωρος)
Αυτό
προκάλεσε την οργή του Δία. Όταν το έμαθε θύμωσε τόσο πολύ, που έριξε έναν
κεραυνό στο καράβι του Κύηκα κι αυτός, μη μπορώντας να παλέψει με τα μανιασμένα
κύματα, πνίγηκε.
Η Αλκυόνη περίμενε τον άνδρα
της στο ακρογιάλι και καθώς περνούσε η ώρα κι ο καιρός, η αγωνία της
μεγάλωνε ακόμη περισσότερο. Μέσα από τη μανιασμένη θάλασσα το μόνο που μπορούσε
πια να αντικρύσει ήταν κάποια ξύλα από το καράβι του Κύηκα.
Ο Μορφέας
μεταμορφωμένος σε Κήυκα παρουσιάζετε στην Αλκυόνη. Tempesta Antonio,
Χαλκογραφία, 1606.
Άρχισε τότε να
κλαίει απαρηγόρητα και να θρηνεί μερόνυχτα το χαμό του αγαπημένου της.
Η Αλκυόνη θρηνεί τον πνιγμένο
Κήυκα, Wilson Richard 1768
Η
Αλκυόνη ψάχνει τον σύζυγό της, έργο του Χέρμπερτ Τζέιμς Ντρέιπερ (1915)
Ο Δίας στο τέλος τη λυπήθηκε
και τη μεταμόρφωσε σε ένα πανέμορφο πουλί, με λαμπερά γαλάζια φτερά, την
αλκυόνα ή
μπιρμπίλι της θάλασσας(Alcedo atthis ).
"Ο
Κήυξ και η Αλκυόνη
μετεμορφώθησαν εις τας Αλκυόνας, όρνεα αχώριστα δια τον αμοιβαίο
έρωτα, και σύμβολα του γαμηλίου έρωτος, επειδή είχον κι εκείνοι τοιούτον
έρωτα προς αλλήλους." ( Αθανασίου Σταγειρίτη,
"Ωγυγία ή Αρχαιολογία Α' " σελ. 219)
"Ἡ δ’ ἁλκυών ἐστι μὲν οὐ πολλῷ
μείζων στρουθοῦ, τὸ δὲ χρῶμα καὶ κυανοῦν ἔχει καὶ χλωρὸν καὶ ὑποπόρφυρον. Μεμιγμένως δὲ τοιοῦτον τὸ σῶμα πᾶν καὶ αἱ
πτέρυγες καὶ τὰ περὶ τὸν
τράχηλον, οὐ χωρὶς ἕκαστον τῶν
χρωμάτων. τὸ δὲ ῥύγχος ὑπόχλωρον
μέν, μακρὸν δὲ καὶ λεπτόν. ……. ζῇ γὰρ ἰχθυοφαγοῦσα. Ἀναβαίνει
δὲ καὶ ἀνὰ τοὺς ποταμούς. Τίκτει δὲ περὶ πέντε μάλιστα ᾠά.
Λοχεύεται δὲ διὰ βίου,
ἄρχεται δὲ
τετράμηνος" ( Αριστοτέλης)
Το μαρτύριο όμως της
αλκυόνας δεν τελείωνε εδώ. Γεννούσε τα αυγά της μέσα στη βαρυχειμωνιά και τα
κλωσούσε πάνω σε πέτρες και βράχια στις ακτές. Κάποιες φορές τα αγριεμένα
κύματα όμως ορμούσαν με μανία πάνω στη φωλιά της κι αυτή καταστρεφόταν μαζί με
τα αυγά της. Η Αλκυόνη θρηνούσε και πάλι...
Ο Δίας (παντοδύναμος και μεγαλόκαρδος) και πάλι έδειξε συμπόνια στην αλκυόνα και της χάρισε 14 (κατ’ άλλους 18 - 20) καλές ημέρες με ήπιο καιρό μέσα στο χειμώνα για να επωάσει τα αυγά της. Κι έτσι μέσα στην καρδιά του χειμώνα, οι άνεμοι κοπάζουν κι ο ήλιος λάμπει, βοηθώντας την αλκυόνα να κλωσήσει τα αυγά της.
"Αίθρια μεν τα άνωθεν, ακύμαντος δε και γαλήνιον άπαν το πέλαγος, όμοιον, ως ειπείν, κατόπτρω", (Λουκιανού, "Αλκυών ή Περί μεταμορφώσεως").
Ο Αιλιανός στο έργο του "Περί
ζώων ιδιότητες" μας πληροφορεί ότι, όταν η Αλκυόνη κλωσάει τα αυγά της,
γαληνεύουν τα πελάγη και σταματούν οι άνεμοι στη μέση του χειμώνα: "κυούσης της αλκυόνος ίστανται τα πελάγη,
ειρήνην δε και φιλίαν άγουσι οι άνεμοι. Κύει δε άρα Χειμώνος μεσούντος, και
όμως η του αέρος γαλήνη δίδωσι σωτηρίας αλκυονείας τηνικάδε της ώρας άγειν
ημέρας".
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του
μύθου, η Αλκυόνη έπεσε στη θάλασσα, μόλις τα κύματα έφεραν το πτώμα του συζύγου
της στην πατρίδα του Οίτη. Οι θεοί θέλοντας να διαιωνίσουν την αληθινή συζυγική
αγάπη, τους μεταμόρφωσαν σε πουλιά.
Και
ως πτηνό ακόμη η Αλκυόνη τρέφει μεγάλο έρωτα προς το σύζυγό της τον οποίο δεν
αποχωρίζεται, τον φέρνει μαζί της και τον φροντίζει έως θανάτου. Ο Πλούταρχος
τη χαρακτηρίζει "φίλανδρο", τον δε σύζυγό της "γηροφορεί και γηροτροφεί" και
ουδέποτε τον εγκαταλείπει. Εάν δε εκείνος γεράσει και αποδυναμωθεί, τον
κουβαλάει στην πλάτη της μέχρι να πεθάνει, συνεχίζει ο αρχαίος παιδαγωγός και
συγγραφέας, "τοις ώμοις εκείνον αναθεμένη, κομίζει πανταχόσε και θεραπεύει και
σύνεστιν άχρι τελευτής".
Ο Πλούταρχος επίσης, γράφει στο "Πότερα των
ζώων φρονιμότερα, τα χερσαία ή τα ένυδρα": : "Ούτως εστί φίλανδρος ώστε, όταν
δια γήρας ασθενή ο άρρην γέννηται, συνέπεσθαι και βαρύς, υπολαβούσα γηροφορεί
και γηροτροφεί μηδαμού προϊεμένη μηδέ καταλιπούσα χωρίς. Αλλά τους ώμους
εκείνον αναθεμένη, κομίζει πανταχόθεν και θεραπεύει και σύνεστιν άχρι
τελευτής".
Παραμένει
μονογαμική, όπως πολλά ζώα και πτηνά. Η ελληνική Αλκυόνη είναι ένα είδος από τα
125 που υπάρχουν στην εύκρατη ζώνη και στην Ασία και αποτελούν την ομογένεια
των κεκρακτών. Η θρηνώδης φωνή του πουλιού που ακούστηκε από τη θάλασσα,
ανάγκασε το Χαιροφόντα να ρωτήσει το Σωκράτη τι μπορεί να σημαίνει αυτό, και
έτσι δημιουργήθηκε ο νόθος πλατωνικός διάλογος "Αλκυών", αναφορικά με τη μεταμόρφωση
ανθρώπων σε πτηνά και αντίστροφα. Εκεί ο Σωκράτης διδάσκει τον Χαιροφόντα ότι "η κριτική δύναμη του ανθρώπου δεν ημπορεί να διακρίνει ποίον είναι το δυνατόν
και ποίο το αδύνατον. Ο βίος του ανθρώπου είναι ολιγόχρονος και η περί των
θείων πραγμάτων εμπειρία του όλως ανεπαρκής."
"Είναι θαλάσσιον πτηνόν, ω
Χαιρέφων, το οποίον ονομάζεται Αλκυών και το οποίον αιωνίως θρηνολογεί
και κλαίει. Περί της Αλκυώνος υπάρχει παλαιός μύθος, κατά τον
οποίον υπήρξέ ποτε γυνή, θυγάτηρ Αιόλου του Έλληνος, η οποία εθρήνει τον
αποθανόντα πολυφίλητον και νεαρόν σύζυγον αυτής, Κήυκα τον Τραχίνιον υιόν Εωσφόρου του
αστέρος, λαμπρού πατρός, λαμπρόν υιόν, έπειτα δε κατά τινα θείαν θέλησιν
μεταμορφωθείσα εις πτηνόν περιϊπταται και πλανάται εις τας θαλάσσας ζητούσα
εκείνον, τον οποίον δεν ηδυνήθη να εύρη πλανωμένη ανά την γην. [...] Δεν είναι
μεγάλο, αλλά μεγάλως ετιμήθη δια την φιλανδρίαν της υπό των θεών' διότι όταν τα
πτηνά αυτά γεννούν ο κόσμος διέρχεται τας Αλκυωνίδας λεγομένας ημέρας, αι οποίαι αν και συμπίπτουν με
το μέσον του χειμώνος είνε εξαιρετικώς καλοκαιριναί.[...]" (Λουκιανού, "Αλκυών
ή Περί μεταμορφώσεως"1&2, απόδοση: Ιωάννου
Κονδυλάκη)
"Κι
οι Αλκυόνες να ηρεμούν στο νότο και στον εύρο
το
κύμα που ως το βυθό τα φύκια αναταράζει,
οι
αλκυόνες π' αγαπούν οι γαλανές Νηριίδες
πιότερο
απ' όλα τ' άλλα τα πουλιά, όπως και οι ψαράδες."
(Θεοκρίτου "Ειδύλλια",
Θαλύσια 57,
απόδοση: Ν.Νικολάου)
Υπάρχει,
όμως και η άλλη Αλκυόνη,
μία από τις Πλειάδες (οπότε και καταστερισμένη ως το άστρο
"η Ταύρου", το λαμπρότερο των Πλειάδων), θυγατέρα του
Άτλαντα και της Πλειόνης, την οποία αγάπησε ο Ποσειδώνας και γέννησε από αυτόν
τρία παιδιά: την Αίθουσα, τον Υριέα και τον Υπερήνορα.
Άλλος Ελληνικός
Μύθος που θέλει κι αυτός την Αλκυόνη μια από τις Πλειάδες(Μαία, Ταϋγέτη,
Ηλέκτρα, Στερόπη, Κελαινώ, Αλκυόνη και Μερόπη), κόρες του Τιτάνα Άτλαντα και
της Ωκεανίδας Πλειόνης, λέει ότι αυτοκτόνησε μαζί με τις αδερφές της από
τον καημό τους για την τιμωρία του Δία στον πατέρα τους (γιο του Ιαπετού,
αρχηγό των Τιτανιδών), μετά την Τιτανομαχία. Του επέβαλε να σηκώνει στους ώμους
του τον ουράνιο θόλο, πάνω στο βουνό της Αφρικής που πήρε και το όνομά του.
Σε άλλο ελληνικό μύθο, ο γίγαντας Ωρίωνας βγήκε για κυνήγι μαζί με τον
σκύλο του τον Σείριο. Στο δάσος βρήκε την Αλκυόνη με τις αδελφές της, τις άλλες
Πλειάδες, να λούζονται στο ποτάμι. Μόλις τις είδε τις ερωτεύτηκε. Τις πλησίασε
μα οι νύμφες φοβήθηκαν και απομακρύνθηκαν τρέχοντας. Ο Ωρίων ερωτευμένος τις
καταδίωξε για να τις απαγάγει, με τον σκύλο του να ακολουθεί. Η καταδίωξη
συνεχίστηκε ώσπου ο Δίας τις έκανε αστερισμό για να τις λυτρώσει. Ο Ωρίωνας
όμως τις ακολούθησε στον ουρανό σαν αστερισμός κι αυτός με τον σκύλο του. Έτσι
οι Πλειάδες, εμφανίζονται πάντα να ανατέλλουν πρώτες, τις ακολουθεί ο Ωρίωνας
που τις κυνηγά σε όλο το στερέωμα με τον Σείριο να τρέχει ξωπίσω
του, ώσπου απελπισμένες (δύουν) πέφτουν στη θάλασσα να γλυτώσουν.
Πίσω τους βουτάει και ο γίγαντας και το άλλο βράδυ θα εμφανιστούν πάλι με την
ίδια σειρά, να κυνηγά ο Ωρίωνας τις Πλειάδες και ο Σείριος τον γίγαντα
αλυχτώντας.
Κι
επειδή η μυθολογία μας δεν έχει τελειωμό, υπάρχει κι άλλος μύθος:
Οι Αλκυονίδες ήταν 7
Νύμφες (άλλες από τις πλειάδες), με ονόματα Αλκίππη, Δριμώ, Αστερία, Ανθή,
Μεθώνη, Παλλήνη και Φθονία κόρες του γίγαντα Αλκυονέα, γιου του Ουρανού και της
Γης. Όταν ο Ηρακλής με τη βοήθεια της Αθηνάς τον σκότωσε, λυπήθηκαν τόσο που
έπεσαν στη θάλασσα και πνίγηκαν. Η Αμφιτρίτη (σύζυγος του Ποσειδώνα) τις λυπήθηκε
και τις μεταμόρφωσε σε αλκυόνες (πουλιά).Σε άλλο ελληνικό μύθο, οι Αλκυονίδες ήταν 7 Νύμφες (άλλες από τις πλειάδες), με ονόματα Αλκίππη, Δριμώ, Αστερία, Ανθή, Μεθώνη, Παλλήνη και Φθονία κόρες του γίγαντα Αλκυονέα, γιου του Ουρανού και της Γης. Οταν ο Ηρακλής με τη βοήθεια της Αθηνάς τον σκότωσε, λυπήθηκαν τόσο που έπεσαν στη θάλασσα και πνίγηκαν. Η Αμφιτρίτη (σύζυγος του Ποσειδώνα) τις λυπήθηκε και τις μεταμόρφωσε σε αλκυόνες (πουλιά).
Ωστόσο, ο αστέρας Αλκυόνη κατά την εποχή αυτή μεσουρανεί κατά τις εσπερινές ώρες και
επομένως κατά τις ανέφελες νύκτες του Ιανουαρίου είναι ορατός στο σύμπλεγμα των
Πλειάδων, ως κορωνίδα της Πούλιας, κατά τη δημώδη έκφραση, που σημαίνεται ως
προς το ζενίθ, στην ψηλότερη περιοχή του ουράνιου θόλου.
Εξ
αυτού του απλού φυσικού γεγονότος, ισχυρίζονται πολλοί, όλες οι συνεχόμενες
ημέρες που είναι ορατός ο αστέρας Αλκυών ήταν πολύ φυσικό να ονομασθούν
Αλκυονίδες.
Ο Όμηρος χαρακτηρίζει με
το "επώνυμο" Αλκυόνη
την Κλεοπάτρα,
θυγατέρα του Ίδου και της Μάρπησσας και γυναικός του Μελεάγρου (Ιλιάς Ι 563, απόδοση: Ι.Πολυλά):
Όπως
διευκρυνίζει και ο Πανταζίδης
("Ομηρικό
λεξικό"): "Οι
θρήνοι ούτοι του πτηνού αποτελούσι κάλλιστον όρον συγκρίσεως προς την θλίψιν
και τους θρήνους της μητρός Μαρπήσσης δια την υπό του Απόλλωνος γενομένην
αρπαγήν της θυγατρός Κλεοπάτρας, ήτις και δια τούτο επωνομάσθη υπό των γονέων
αυτής Αλκυόνη."
Η αλκυόνα ζει και
αναπαράγεται κοντά σε ακτές, ποτάμια, λίμνες, υγροτόπους και σε παράκτιες
λιμνοθάλασσες της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ευρώπης γενικότερα.
Χιλιάδες
αλκυόνες ζουν στην Αλκυονίδα
Θάλασσα, στο ανατολικό άκρο του Κορινθιακού κόλπου, όπου
υπάρχουν οι Αλκυονίδες Νήσοι, ένα νησιωτικό σύμπλεγμα με τέσσερα νησιά: τη
Ζωοδόχο Πηγή, το Δασκαλειό, το Γλαρονήσι και το Πρασονήσι. Τα νησιά αυτά
ονομάστηκαν Αλκυονίδες, γιατί στα βράχια τους κλωσά τα αυγά της η Αλκυόνη, το
ψαροπούλι στη γλώσσα των νησιωτών, που εξακολουθεί και σήμερα να είναι σύμβολο
της χειμωνιάτικης ηλιόλουστης διακοπής του άγριου καιρού και σε πολλά μέρη
θεωρούν πως φέρνει καλοτυχία, ενώ συμβολίζει τη γαλήνη, την προστασία και παύει
τη θαλασσοταραχή.
Στη
νεώτερη Ελλάδα στα παράλια και ιδιαίτερα στα νησιά του Αιγαίου επέζησε μέσα
στους αιώνες η αρχαία παράδοση, που συσχέτιζε τις καλές αυτές ηµέρες του χειµώνα με τα πουλιά. Μια γραπτή παρουσία του περασµένου αιώνα από την Πάτµο τις
ονοµάζει "μέρες των πουλιών"
και διηγείται πως τα γλαρόνια, που στην περιοχή αυτή
ονοµάζονται αλκυόνες, παρακάλεσαν κάποτε το θεό να προστατέψει τις φωλιές τους
από την τρικυµία. Ο θεός άκουσε τις παρακλήσεις τους και από τότε χαρίζει λίγες
ηµέρες καλοσύνης μέσα στο χειµώνα, μέχρι να επωάσουν τ’ αυγά τους.
Οι
νεώτεροι Έλληνες ναυτικοί
μάλιστα, είχαν παρατηρήσει δύο περιόδους θαλασσινής γαλήνης: η μία συμπίπτει με
το βυζαντινό "μικρόν καλοκαίριον" του Οκτώβρη και λέγεται "Αη-Δημητριάτικο
καλοκαιράκι" και η άλλη με τις αλκυονίδες ημέρες του Γενάρη/Φλεβάρη και λέγεται "Μποννάτος του Αι Θύμιου" από τη μνήμη του Άγιου Ευθυμίου, που γιορτάζεται στις
20 Ιανουαρίου.
"Η Αλκυών, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
περνά κοντά στη θάλασσα, και, μόλις την εγγίζει,
πάλι σηκώνεται ψηλά και πάλι φτερουγίζει
και δεν ακούει τη θάλασσα που πάντα την καλεί,
η Αλκυών, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
όπου περνά απ΄ τη θάλασσα και μόλις την εγγίζει.
Η Ευτυχία, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
μες στην καρδιά μας έρχεται, και μόλις την εγγίζει,
πάλι σηκώνεται ψηλά και πάλι φτερουγίζει
και δεν ακούει και την καρδιά που πάντα την καλεί,
Η Ευτυχία, το σπαθωτό και γρήγορο πουλί,
όπου περνάει απ΄ την καρδιά και μόλις την
εγγίζει."
Ιωάννης Πολέμης
Να σημειώσουμε, ότι υπάρχει και η ποιητική
συλλογή του Θεοχάρη Μπικηρόπουλου ..."Αλκυονίδες νύχτες",
αλλά και αρκετοί στίχοι
για τις λιακάδες μέσα στην καρδιά του χειμώνα, όπως:
"Κείνες
οι ξαφνικές λιακάδες μες στο καταχείμωνο δεν είναι παρά οι προσπάθειες που
κάνει ένα παραπλανημένο περσινό τζιτζίκι να ξαναβρεί τον προσεχή Ιούλιο"
Ο. Ελύτης, "Εκ του πλησίον"
Μόνος
εκόλπωσα τις ευωδιές
Επάνω στον
αγρό με τις αλκυονίδες
Τάισα τα λουλούδια
κίτρινο βουκόλισα τους λόφους
Επυροβόλησα
την ερημιά με κόκκινο!
Είπα: δε θα
'ναι το Άδικο τιμιότερο απ' το αίμα!
O. Ελύτης, "Άξιον Εστί"
..Με της
αγά -με της αγάπης τα πουλιά
μαλαματένιες βέρες,
έφερες φως, έφερες φως μου ξαστεριά,
αλκυονίδες μέρες.
μαλαματένιες βέρες,
έφερες φως, έφερες φως μου ξαστεριά,
αλκυονίδες μέρες.
(Μουσική:
Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Στίχοι: Γιάννης Μαύρος)
Ο
ήλιος του Γενάρη
έγινε τραγούδι, αλλά και τίτλος δίσκου για τον Μανώλη Λιδάκη:
Στα μέρη που μεγάλωσα
ο Ήλιος του Γενάρη
έφερε στ' αγγελούδι μου
φωτιά και μαξιλάρι.
Ζέστανε τα δυο χέρια του
τίναξε τα φτερά...
ο Ήλιος του Γενάρη
έφερε στ' αγγελούδι μου
φωτιά και μαξιλάρι.
Ζέστανε τα δυο χέρια του
τίναξε τα φτερά...
...........................
"Αλκυονίδα
μέρα" ήταν ο τίτλος ενός δίσκου της Βούλας Σαββίδη, μιας
εξαιρετικής ερμηνεύτριας μ' ένα σπάνιο ηχόχρωμα φωνής, που κυκλοφόρησε το 1996.
Το ομότιτλο τραγούδι έγραψε ο Γιάννης Τσατσόπουλος:
Αλκυονίδα μέρα και Κυριακή
μπρατσέρα
που 'ρχεται στολισμένη και δώρα φορτωμένη,
αδειάζει τα μπαούλα, καρδιά και σημαιούλα
ψωμάκι για τους γλάρους και φλερτ για τους φαντάρους...
που 'ρχεται στολισμένη και δώρα φορτωμένη,
αδειάζει τα μπαούλα, καρδιά και σημαιούλα
ψωμάκι για τους γλάρους και φλερτ για τους φαντάρους...
Σημασία έχει, πως μες στο καταχείμωνο μια
στάλα ήλιος κάνει τη διαφορά και οι τελευταίες φωτογραφίες, του φίλου και συνεργάτη Γιάννη Παπαδόπουλου, το επιβεβαιώνουν!
Γιάννη, σ’ ευχαριστώ πολύ – πολύ!!!