Κάμποση ώρα ξεχάστηκα σήμερα κοιτάζοντας τη θάλασσα, τα παιχνίδια του ήλιου
πάνω της, τα γαλήνια γόνατα των κυμάτων που έσπρωχναν απαλά την ακτή. Μετά από πολύωρο
περπάτημα που με έβγαλε σε ένα χωριό, όπου έγινα κοινωνός μιας απλής - ζεστής
σχολικής γιορτής και παρέλασης και που με γέμισαν συγκίνηση (συνταξιούχος
εκπαιδευτικός ούσα), η βουτιά στη Θάλασσα ήταν λυτρωτική, αναβάπτισμα! Πόσο
απλά και βιωματικά ξαναβρίσκεται το υλικό από το οποίο είμαστε φτιαγμένοι! Ούτε
βιβλίο δεν είχα μαζί μου αυτή τη φορά, ούτε κινητό, ούτε καπέλο, ούτε νερό(αυτό
αλήθεια μου έλειψε). Απλά πράγματα. Πήρα τα ποδαράκια μου και την καλή μου
διάθεση, που έγινε ακόμα καλύτερη, αφού ήμουν χωμένη μέσα στη φύση με παρόντα
όλα τα θαύματα γύρω μου. Ευγνωμοσύνη που είμαι γερή και απολαμβάνω το προνόμιο
αυτής της βόλτας! Οι άφθονες βροχές και στο νησί μου φέτος πότισαν, πρασίνισαν,
άνθισαν και σκέπασαν λόφους ακόμα και δίπλα στη Θάλασσα! Ακατάλυτος και αιώνιος
ο "Δαίμων ενιαυτός"... Πόσο ενωμένος μου φαίνεται ο κόσμος σήμερα! Τα
χρώματα των λουλουδιών, το βούισμα των εντόμων, η μυρωδιά της Θάλασσας με συγκινούν
και μου φαίνονται άπιαστα...
Ό,τι κι αν πουν τα βιβλία, θα είναι πάντα φτωχό
μπροστά σε τέτοια βιώματα... Ή, όπως λέει και μια φίλη μου, "τα
βιβλία, τελικά, προσπαθούν να προλάβουν τη ζωή..."
Εικόνες ανοιξιάτικες και στίχοι αγαπημένοι, υπογραμμισμένοι σε διάφορα
βιβλία μου, έρχονται και συμπληρώνουν τη σημερινή ανάρτηση.
Στ' ακρογιάλια του Αιγαίου η άνοιξη βγαίνει από τη θάλασσα.
Ένα πρωί ο αγέρας φέγγει πιο γαλάζιος, τα κύματα ξεδιπλώνουν στον άμμο το νέο ρυθμό με κοντές αναπνοές.
Το πέλαγο μυρίζει φρεσκάδα, παντού το κεντάνε σύντομες απανωτές αστραψιές.
Τότες ανοίγουν πάνω στα τρεμουλιάρικα νερά κύκλοι ασημένιοι, μ' ένα χρώμα σαν το στήθος του παγονιού.
Είναι αμέτρητοι, ο ένας μέσα στον άλλον, ο ένας κυνηγά τον άλλον.
Έτσι ως τον ορίζοντα.
Από τη μέση, από την καρδιά του ανθού της θάλασσας, βγαίνει η άνοιξη του Αιγαίου.
Ένα πρωί ο αγέρας φέγγει πιο γαλάζιος, τα κύματα ξεδιπλώνουν στον άμμο το νέο ρυθμό με κοντές αναπνοές.
Το πέλαγο μυρίζει φρεσκάδα, παντού το κεντάνε σύντομες απανωτές αστραψιές.
Τότες ανοίγουν πάνω στα τρεμουλιάρικα νερά κύκλοι ασημένιοι, μ' ένα χρώμα σαν το στήθος του παγονιού.
Είναι αμέτρητοι, ο ένας μέσα στον άλλον, ο ένας κυνηγά τον άλλον.
Έτσι ως τον ορίζοντα.
Από τη μέση, από την καρδιά του ανθού της θάλασσας, βγαίνει η άνοιξη του Αιγαίου.
( "Η Παναγιά η Γοργόνα", Στρατής Μυριβήλης)
Φρέαρ είναι η Άνοιξη που βγάζει δροσιά και άστρα...
(Νίκος Καρούζος)
Άνοιξη παρά τέταρτο!!
Σε λίγο, θ’ ανατείλει γυμνή στην αιχμή της αχτίδας της
η πρώτη μαργαρίτα της τύχης.
Σε λίγο, θ’ ανατείλει γυμνή στην αιχμή της αχτίδας της
η πρώτη μαργαρίτα της τύχης.
(Ελύτης)
Κι εσένα, το αίμα των άστρων κυλάει μέσα σου, το φως τους σε συντηρεί.
Πάνω στα λουλούδια, υψώνεσαι με τα λουλούδια, πάνω στις πέτρες με τις πέτρες...
Πάνω στα λουλούδια, υψώνεσαι με τα λουλούδια, πάνω στις πέτρες με τις πέτρες...
(Paul Εluard)
Γαλάζιος μακριά πολύ, θα γυρίσω άνθη κρατώντας.
Είναι ρωγμή στο στήθος η αγάπη...
Είναι ρωγμή στο στήθος η αγάπη...
(Νίκος Καρούζος)
Θα σου ρίξω δυο στίχους
πατώντας απάνω τους
να διασχίσεις το χρόνο...
πατώντας απάνω τους
να διασχίσεις το χρόνο...
(Ν. Βρεττάκος)
Ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες
κι ήρθαν από της γης τα πέρατα
οι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια...
κι ήρθαν από της γης τα πέρατα
οι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια...
(Οδυσσέας Ελύτης)
Μ' ένα λουλούδι
θα μπορούσε κανείς να φωτίσει
το άγνωστο.
θα μπορούσε κανείς να φωτίσει
το άγνωστο.
(Ν. Βρεττάκος)
Κάθε λουλούδι έχει τη θέση του στον ήλιο,
κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο. Κάθε άνθρωπος
έχει έναν ουρανό πάνου από την πληγή του,
κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της άνοιξης μέσα στην τσέπη του...
κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο. Κάθε άνθρωπος
έχει έναν ουρανό πάνου από την πληγή του,
κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της άνοιξης μέσα στην τσέπη του...
(Γ. Ρίτσος)
Κάποτε, μια παράξενη χαρά με κυριεύει
έτσι, δίχως αιτία καμιά
κι είναι σαν κύμα που άξαφνα γεννιέται και θηρεύει
σαν κύμα αιμάτου στην καρδιά.
έτσι, δίχως αιτία καμιά
κι είναι σαν κύμα που άξαφνα γεννιέται και θηρεύει
σαν κύμα αιμάτου στην καρδιά.
Και τότε πώς αλλάζουνε τα πάντα ολόγυρά μου!
Πώς όλα μού είναι αγαπητά!
Πρόσωπα ξένα σμίγουνε με τα χιλιάκριβά μου
κι όμοια τα βλέπω στοργικά.
Τριγυρισμένη από ξανθά παιδιάστικα κεφάλια
νιώθω να γίνομαι κι εγώ
-στο περιβόλι ως κόβουμε τα πορτοκάλια-
παιδούλα δώδεκα χρονώ.
νιώθω να γίνομαι κι εγώ
-στο περιβόλι ως κόβουμε τα πορτοκάλια-
παιδούλα δώδεκα χρονώ.
Το γέλιο μου σαν κρύσταλλο τ’ ακούω ν’ αντηχάει.
Πού πάω δεν ξέρω, τι ζητώ,
γιατ’ είναι η ίδια η ψυχή μου που μεθάει
με το δικό της το πιοτό.
Πού πάω δεν ξέρω, τι ζητώ,
γιατ’ είναι η ίδια η ψυχή μου που μεθάει
με το δικό της το πιοτό.
Κι απ’ το μεθύσι, αλίμονο!
Ξεχνώ πως σαν βραδιάσει
τούτη η ακράτητη χαρά θα διαλυθεί
σαν τον καπνό, που τώρα έχει σκεπάσει
μ’ αχνό ένα βέλο τα νερά…
(ΜΥΡΤΙΩΤΙΣΣΑ)
Ξεχνώ πως σαν βραδιάσει
τούτη η ακράτητη χαρά θα διαλυθεί
σαν τον καπνό, που τώρα έχει σκεπάσει
μ’ αχνό ένα βέλο τα νερά…
(ΜΥΡΤΙΩΤΙΣΣΑ)
για φινάλε, λόγια του εξαιρετικού αγαπημένου φίλου Γ. Μαρκάκη:
"Το κάθε πράγμα στον κόσμο ετούτο αξίζει τόσο, όσο
το αγάπησες".