Πλούσια,
δυναμικά σύννεφα σηματοδοτούν το φθινόπωρο που ήρθε και εγκαταστάθηκε!
Κόψαμε τις
πολλές παρέες, τις βραδινές εξόδους, κλειστήκαμε πιο πολλές
ώρες στα σπίτια μας κι αρχίσαμε τις «ενδοσκοπήσεις».
Ο καιρός
προσφέρεται για αυτοκριτική…
Κι εκεί, ένα βήμα πριν την κατάθλιψη μ’ έπιασε η
μεγάλη προκοπή, να φτιάξω, λέει, τα τελευταία συρτάρια του γραφείου μου!
Ξέρετε, τα συρτάρια κείνα, που τα ανοίγουμε και στα γρήγορα εξαφανίζουμε μέσα
τους ψιλολοΐδια κι ό,τι βάζει και δε βάζει ο νους…
Και ζούμε με
την αιώνια αισιοδοξία, πως κάποτε ΘΑ βρούμε το χρόνο και ΘΑ κάνουμε το σωστό
ξεκαθάρισμα και την πρέπουσα ταχτοποίηση, αλλά πάντα κάτι πιο σοβαρό προκύπτει,
οπότε δε βαριέσαι, αφού δε φαίνονται κιόλας, άστα..! Και στην ουσία στοιβάζουμε
πράγματα καμιάς χρήσεως και μόνο η
ανάμνηση ότι υπάρχουν, ότι δεν έχουν πεταχτεί, μάς είναι ανακουφιστικά χρήσιμη…
Ε, αυτά τα συρτάρια έπιασα με μεγάλη ομολογουμένως
διάθεση, να ξεσκαρτάρω. Κι ανακάλυψα άφθονους ξεχασμένους «θησαυρούς-ενθύμια»:
δυο πλαστικά κοκαλάκια για τα μαλλιά, μια πασχαλίτσα κατακόκκινη και μια λευκή
μαργαρίτα! Ένα τσίγκινο πράσινο βατραχάκι, αυτό με τον εκκωφαντικό μονότονο ήχο
μόλις πίεζες το πίσω τσιγκάκι, και μαζί ανέσυρα και τη φωνή της μάνας μου «μας
πήρες τ’ αυτιά, σταμάτα πια!», ένα παλιό μολύβι, μια χάντρα μωβ, χαρτάκια,
σημειώσεις, τηλέφωνα αγνώστων ιδιοκτητών, σκόρπιους συνδετήρες, λαστιχάκια…Πέταξα, που λέτε, πέταξα, πέταξα (ευτυχώς
έχουμε και την ανακύκλωση) και με περίσσια ανακούφιση και περηφάνια για την
ολοκλήρωση του έργου μου, έβγαλα τα συρτάρια να τα ξεσκονίσω. Και ώ, της
αποκαλύψεως το θαύμα!!!
Εκεί, στο
τελευταίο συρτάρι πίσω – πίσω, ξεχασμένα και καταχωνιασμένα τα μαθητικά μου λευκώματα! Μια ματιά
πάνω τους ισοδυναμεί με μια βουτιά στα μαθητικά μου χρόνια… Βυθίζω τα χέρια μου
στο σακούλι του χρόνου, να βρω, να τραβήξω στην επιφάνεια τις πολύτιμες μέρες
των σχολικών μου χρόνων.
Εικόνες και
συναισθήματα από μαθητικά χρόνια Γυμνασίου και Λυκείου με πλημμυρίζουν… Μνήμες σαν
κύματα, γόνατα λυγισμένα, κλωτσάνε με δύναμη την αμμουδιά του χρόνου! Με
κατακλύζουν… Και να τα φλερτάκια και τα χτυποκάρδια των πρώτων ραντεβού στις
κερκίδες του σχολείου, τα «με είδε;», «σε κοίταξε!», λιώμα με μια ματιά και
μυριάδες πεταλούδες να φτερουγίζουν στα στομάχια μας! Οι καζούρες στους
καθηγητές , κάποιες ομολογουμένως πολύ χοντρές, οι κοπάνες και τ’ αγαπημένα
μαθήματα, οι επαναστάσεις μας, οι πρώτες αποχές από τα μαθήματα, οι αποβολές, η
αγωνία και ο ιδρώτας των εξετάσεων, το μέτρημα του μήκους στις ποδιές των
κοριτσιών και στα μαλλιά των αγοριών, οι εκδρομές στο γήπεδο, τα φορητά
κασετόφωνα και οι μουσικές της εποχής: «το
χαμόγελο της Τζοκόντα», και «ο Μεγάλος Ερωτικός» -αθάνατε Χατζηδάκη- «η τετραλογία» του Μούτση, Pink Floyd, Moody Blues,
Doors, τα πάρτι και τα
μπλουζ… Θεέ μου, «τι εποχές, βασανισμένες αγκαλιές»!!!
Σε στάση
οκλαδόν, μπροστά στα ανοιγμένα συρτάρια και με συναίσθημα αρχαιολόγου μπρος
στην ανακάλυψη του αιώνα, αποφασίζω να τα ξεφυλλίσω με ιερή κατάνυξη!
Προς στιγμή
νόμισα, πως είχαν αλλοιωθεί τα γράμματα από τη σκόνη του χρόνου, μέχρι που
συνειδητοποίησα, πως τα βουρκωμένα μάτια και η πρεσβυωπία ήταν που μου
δυσκόλευαν την ανάγνωση…!
Είπα λοιπόν,
«εδώ είμαστε εαυτούλη μου˙ φθινοπωρινή ενδοσκόπηση δεν ήθελες; Άρπα την τώρα!».
Με βολεμένα τα γυαλιά της πρεσβυωπίας
πάνω στη μύτη, που ήδη είχε αρχίσει να κοκκινίζει από το κλάμα, διαβάζω:
«Λίγα λόγια για τον κτήτορα»
Μια
παρουσίαση του εαυτού μου, όπως τον έβλεπα τότε, από αγαπημένα τραγούδια,
ταινίες, βιβλία, ποιητές, καλλιτέχνες, βάρος(8 κιλά λιγότερο!), ύψος(κόντυνα
κιόλας;!), αγαπημένα φαγητά(αυτά δεν άλλαξαν) και λίγες ασπρόμαυρες φωτογραφίες,
πολύ λιγότερες οι έγχρωμες…
Ακολουθούν οι
ερωτήσεις στους φίλους: «Τι προτιμάτε, βουνό ή θάλασσα και γιατί;»,
«Ποιο μέρος του κόσμου θα θέλατε να επισκεφτείτε και γιατί;», «Ποια η γνώμη σας
για τους συμμαθητές σας;», «Ποια η γνώμη για τους καθηγητές σας;», «Άνθρωποι
των γραμμάτων και καλλιτέχνες κάθε είδους που θαυμάζετε», «Ποιο κατά τη γνώμη
σας είναι το πιο καυτό πρόβλημα του καιρού μας;», «Πιστεύετε στην τύχη;», «Πώς
ονειρεύεστε τον ιδανικό άντρα ή την ιδανική γυναίκα για σας;», «Τι σκέφτεστε
για τη ζωή και το θάνατο;», «Γράψτε κάτι δικό σας ή ξένο, που να εκφράζει το
πιστεύω σας», «Γράψτε κάτι για τον κτήτορα» κι άλλα πολλά… Οι φίλοι όλοι κρυμμένοι πίσω
από ψευδώνυμα: "Πεσμέργκα, Βαλερύ, Πλάτζια, Δημητρώφ, Σαμάνθα, Κοκομπίλ,
γιασεμί, Μυρτώ, ελπίδα, χρέος" κι άλλα πολλά, που στην τελευταία σελίδα
έβγαζαν τη μάσκα αποκαλύπτοντας το πραγματικό τους όνομα!
Ζωγραφιές,
σχέδια, στίχοι ποιημάτων, σκίτσα φάρων, έργα ζωγράφων από περιοδικά κομμένα και
κολλημένα… μια κατακόκκινη καρδιά χτυπημένη αλύπητα από το αιώνιο βέλος, να
στάζει καθάριο αίμα δίπλα από την ερώτηση « Τι είναι έρως;» Για φαντάσου ακόμα
στάζει, κάθε φορά που το βέλος χτυπάει, παρά τις θεραπείες χρόνων! Οποία
ωριμότης! Ο έρωτας τότε δεν ήταν
λακωνικός, χρόνια μετά διάβασα το «Λακωνικόν» του Ελύτη και κατάλαβα… Αχ! αυτό
το «ήταν»: παρατατικός οδυνηρός,
αμετακίνητος, λέξη που μας παίρνει πολλά δικά μας πράγματα, εξορίζει όνειρα,
κλειδώνει απ’ έξω ιστορίες, πετάει το κλειδί και γεμίζει τη ζωή μας κουτάκια
και συρτάρια..!
Διαβάζω τις απαντήσεις
που γράφαμε… πόσες βαρύγδουπες τελείες στο τέλος των προτάσεων! Τώρα, άφθονα
αποσιωπητικά και πολλά θαυμαστικά, δέος στο μεγαλείο της ζωής…! Τότε η πυρά και
οι φλεγόμενες λέξεις, τώρα η πείρα και οι σβησμένες πυρκαγιές για προίκα μας…!
Τότε, ελεύθεροι και τόσο «μεγάλοι», που η Γη δεν μας χωρούσε. Πού να χωρέσουν
τόσα όνειρα; Τώρα δεμένοι μόνιμα στο μεσιανό κατάρτι, μην τυχόν και μας
παρασύρουν «Σειρήνες», με διπλωμένες τις φτερούγες των ονείρων μας…! Ακόμα και
το βήμα μας έχει αλλάξει, δεν είναι συμπαγές και ακλόνητο! Ανάμεσα στις
σελίδες, πατικωμένα αποξηραμένα λουλούδια… Πατικωμένα χρόνια, αποξηραμένη ζωή; Μια
πασιφλόρα, κοινώς «ρολόι», διατηρεί, αν και αποξηραμένη, ανέπαφα όλα της τα
πέταλα! Άνθος τότε ο χρόνος… Κάποιοι τολμήσαμε, απλώσαμε ιπτάμενα χαλιά τα
όνειρά μας και πετάξαμε! Τα καταφέραμε, γίναμε αυτό που θέλαμε κι αφήσαμε
κάποια όνειρα, να μας τραβάνε ακόμα απ’ το μανίκι, έτσι για να νιώθουμε πιο
ζωντανοί…!
Τότε, άλλο χρόνο
μετρούσαν τα ρολόγια κι άλλο οι ψυχές
μας… Διαβάζω τα καυτά προβλήματα του
τότε καιρού και μου μοιάζουν τόσο φρέσκα: η ειρήνη, ο πόλεμος, ο αφοπλισμός, η
απομάκρυνση από τη φύση και τον εαυτό μας, ο περιορισμός των πυρηνικών όπλων, ο
ξεπεσμός της κοινωνίας, η μοναξιά…
Για φαντάσου! Κι έχουν περάσει τόσα χρόνια!
Σχόλια κάποιου
φίλου στο πλάι γραμμένα, λοξά σαν καμπύλη τροχιά διάττοντα!
Αχ! και να
γινόταν, να σας μεταφέρω αυτούσια κάποια κομμάτια από τα λευκώματα, να
ανασηκώσω από το χαρτί τις τότε σκέψεις μας, συμπαρασύροντας μαζί και τα
δάχτυλα που τις έγραψαν! Έτσι, «για να
είναι δίγλωσση η έκδοση»…
Οι σκέψεις
μας, πουλιά που φτερούγιζαν σε νέες
χώρες και ξαπόσταιναν στα σύρματα με
τους ίδιους φόβους και τις ίδιες(;) τύψεις.
Νομίζω, πως
γράφαμε σκύβοντας με ευλάβεια στο χαρτί νιώθοντας την ψυχή του δέντρου που μας
το πρόσφερε κι αφήναμε τις σκέψεις μας να στάζουν με μορφή μελανιού. Παρά τις
δυσκολίες, μάλλον νομίζαμε τον κόσμο ονειρικό κοιτώντας την πλάση από ορισμένη
γωνία! Αναρωτιέμαι, δεν χρειαζόμασταν «δεκανίκια» τότε; Ήμασταν σώματα χωρίς
σκιές; Μα πάλι τα ατέλειωτα παιχνίδια με τις σκιές μας ήταν πέρα ως πέρα
αληθινά.
Συνεχίζω το
ξεφύλλισμα…
Με τα καλλιγραφικά μου γράμματα γραμμένες φράσεις του Πλάτωνα, του
Αριστοτέλη, του Καζαντζάκη, του Σεφέρη, του Καβάφη, του Ελύτη, να κοσμούν
κάποια φύλλα…Ο Πυθαγόρας πανταχού παρών και τα αγαπημένα Μαθηματικά να κοσμούν τις σελίδες. Θυμάμαι, τότε τα έγραφα, όταν όλοι πήγαιναν για ύπνο στο σπίτι,
απολαμβάνοντας την ησυχία του σπιτιού και ζώντας μια ξεχωριστή δική μου ζωή
μόνη με τις σκέψεις μου. Κείνες τις ώρες ο χρόνος σταματούσε, τα χρώματα
έντυναν ονειρικά τα καθημερινά, τα λιβάδια ανάσαιναν γαλάζιες ανάσες και η
θάλασσα κυμάτιζε ονειρικά μωβ…
Κολλημένες ανάμεσα
στις σελίδες φωτογραφίες από περιοδικά να δείχνουν φάρους, Θάλασσες εξωτικές,
γαλήνιες, φουρτουνιασμένες, αιγαιοπελαγίτικες καταγάλανες, του Ιονίου
πρασινωπές, όλες Θαλασσινές αγκαλιές… Θυμάμαι, όταν σμίγαμε με συμμαθητές στη Θάλασσα δεν σκεφτόμασταν ούτε το χθες ούτε
το αύριο, μόνο το «μπλε- σήμερα»! Μας θυμάμαι, ξαπλωμένους όλους στη σειρά με την
πλάτη να ρουφά ζεστασιά από την άμμο και
τα χέρια μαξιλάρια, χορτάτοι από αλμύρα και παιχνίδια στο νερό, να τρυπάμε με
τα μάτια μας το μπλε τ’ ουρανού ψάχνοντας για ουράνιες απαντήσεις…! Αναρωτιέμαι,
πόσες απαντήσεις πήραμε στα χρόνια που πέρασαν;
Συνειδητοποιώ, πως η Θάλασσα και η παραλία με κανακεύουν από
τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου σ’ αυτήν την πόλη! Χαμογελώ, γιατί πλήρη ελευθερία μόνο στη Θάλασσα
εξακολουθώ να νιώθω, παρά την ηλικία μου. Και τώρα, πανί σε ιστιοφόρο θα
προτιμούσα να είμαι, παρά άγκυρα…!
Εξακολουθώ να
διαβάζω…
Λέξεις…
λέξεις, θρύμματα, θραύσματα, θρύψαλα, λέξεις ψυχές… Δεν αντέχαμε καθόλου τις
εμφιαλωμένες ζωές, όμως πόσοι από τους συμμαθητές δεν εμφιαλώθηκαν και δεν τυποποιήθηκαν;;;…
Τρέχοντας η
μνήμη προς τα πίσω, σταματά στην κατά κοινή ομολογία αγαπημένη καθηγήτριά μας
την κ. Μαρία Φραγκούλη – Κουνδουράκη, φιλόλογο. Την θυμάμαι, να σκύβει με τέτοια αγάπη και
ενδιαφέρον στα προβλήματά μας, σαν γνήσια μάνα! Να συμβουλεύει, να καθοδηγεί,
να στηρίζει, με αμεσότητα και
ειλικρίνεια, να κάνει τα «εμπόδια» στο
δρόμο, να μοιάζουν χαλικάκια! Αλλά και το μάθημα, μάθημα! Ακόμα και όσοι δεν
ενδιαφερόταν και Αρχαία έμαθαν μαζί της
και Συνταχτικό! Όταν της εκφράζαμε το άγχος μας για το χρόνο που τρέχει, μας
δίδασκε, πως μερικά πράγματα είναι πιο δυνατά από το χρόνο και την απόσταση,
βαθύτερα από τη γλώσσα και τους τρόπους που ο καθένας μας χρησιμοποιεί. Όπως, το να ακολουθείς τα όνειρά
σου και να μαθαίνεις να είσαι ο εαυτός σου. Και βέβαια, να μοιράζεσαι με τους
άλλους τη «μαγεία» που ανακάλυψες…!
Αυτό το να
μοιραζόμαστε… Τότε το ζούσαμε σε καθημερινή βάση, ήταν το αυτονόητο. Τώρα ζητάμε από τον άλλο
τα πάντα και συνήθως του δίνουμε «κάτι»…
«Φτάσε
όπου δεν μπορείς» γράφω λίγο πριν
τελειώσουν οι σελίδες στο λεύκωμα και σκέφτομαι, πως τελικά η μεγαλύτερη πρόκληση στη ζωή είναι,
να ξεπερνάς τα όριά σου, να τα να ωθείς σε τόπους, που ούτε καν ονειρευόσουν ότι υπήρχαν.
Τελευταίες
σελίδες πια και οι μάσκες πέφτουν!
…και στην
ανάγνωση των ονομάτων, αρχίζει πια η ζωή να κρατά το αληθινό απουσιολόγιο σαν αμείλικτη
απουσιολόγος καταγράφοντας τους αληθινά απόντες… Όλες οι απουσίες κρίνονται
αδικαιολόγητες…! Αόρατοι κρατήρες απουσιών οι θάνατοι…
Κλείνω τα
λευκώματα και νιώθω τη μοναξιά μου να ενώνεται με την έρημο του Διαστήματος και
τη σιωπή μου να γίνεται ίδια με τη σιωπή του Σύμπαντος!...
Άντε τώρα να
κόψω το καραβόσκοινο, που με κρατά τόση ώρα δεμένη στο βίντσι της νοσταλγίας!
Με επαναφέρει
η φωνή του Μάλαμα από το ραδιόφωνο, κι ενώ με επανατοποθετώ στο τώρα, επιβεβαιώνω, ότι έχω την ίδια
καρδιά που είχα όταν ήμουν 18 χρόνων,
ότι η καρδιά ζει στο δικό της χρόνο και έχει τη δική της λογική, που ευτυχώς
δεν είναι κοινή!
«…Κι αν σ’ έπιασε το
βράδυ
κι ο έρωτας αργεί
το πιο βαθύ σκοτάδι
είναι πριν την
αυγή…»
ΥΓ:
εννοείται, πως όσα ξεκαθάρισα από τα συρτάρια, πάλι φύρδην μίγδην τα πέταξα μέσα! Έτσι, για να’ χω το άλλοθι, να τα ξαναφτιάξω
σύντομα...
Μπράβο Κατερίνα που δεν φοβάσαι να εξωτερικεύσεις τον εσωτερικό σου κόσμο. Είναι πολύ καλύτερο αυτό από την ομοφοβική μέγγενη του δήθεν ανδρικού λακωνισμού. Γκρι παντελόνι παραλλαγής και μαύρο πουκάμισο, ύφος πολλά βαρύ και καλλιέπεια υποψαραγορίτη, φαίνεται να διαφέρουν από την συγκρατημένη ανδροφανή εσωστρέφεια, την σκληρή τεχνική γλώσσα με τα άφθονα greeklish, την λακωνική συζήτηση για τούμπανα (κολοκύθια;), μουνάρες, τον θρύλο και αμαξάρες και τα τοιαύτα, αλλά πιστεύω πως έχουν την ίδια ισέναρξη και ισοκατάληξη: κοιλιά πρησμένη από τις μπύρες, καρδιά αγκαθωτή σαν του σκαντζόχοιρου την πλάτη, μυαλό πλήρες σαν ξεχασμένο βιοαντιδραστήρα, στομάχι όξινο σαν ηφαιστειακή λίμνη και μετά;
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχουν την τύχη οι γυναίκες να μπορούν μιλούν ελεύθερα, ενώ ο άντρας πρέπει να γίνει ποιητής, σκηνοθέτης ή ψυχίατρος για να ξεπεράσει την ψευδαίσθηση της αρρενωπής εσωστρέφειας και να μπορεί να μιλήσει για παιδικές μνήμες, αγάπες, λύπες, αδυναμίες και λευκώματα.
Αλλά ίσως γιαυτό οι άνδρες να αγαπούν τις γυναίκες, τις μανάδες, τις αδερφές τους. Μπορεί έτσι να δουλεύει καλύτερα η φύση.
Λυπάμαι που θα λείψω λίγο ακόμη. Αυτή τη φορά δεν θα φέρω Γκαουντί από τη Βαρκελώνη, αλλά ίσως βρω κάτι άλλο.
Αυτά τα θέματα τα ξέρεις εσύ καλύτερα, λόγω ειδικότητας. Εγώ θέλω απλά να είμαι μόνο αληθινή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔηλαδή θα πας Ισπανία ξανά; Σε ζηλεύω!
Φέρε φωτογραφίες, αν πας, από το The Art of the Spanish Guitar στην παλιά εκκλησία της Αγίας Άννας (εξαιρετικό), από το Palacio del Flamenco (μαγικό) και από τον πολυχώρο – βιβλιοπωλείο Mutt(ανεπανάληπτο). Προς θεού, μην τα εκλάβεις σαν παραγγελιά, κοίτα να περάσεις καλά εσύ. Και το κουτσουλημένο από τα περιστέρια άγαλμα του Κολόμβου να αναρτήσεις, Ισπανία θα μυρίζει!!!
Κατερίνα αυτό που έκανες σήμερα να το ξανακάνεις, διότι τρέχει η καρδιά σου και μαζί της και η πένα σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο αυτό ευχόμεθα και δι' υμάς, φίλε Γιάννη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠου βρίσκεται το Mut?
ΑπάντησηΔιαγραφήMUTT: Comerç 15, Barcelona (Bookshop & Art Gallery) Ώρες λειτουργίας Δευτ.- Σαβ: 11:00 π.μ.-2:00 μ.μ., 4:00 μ.μ.-8:00 μ.μ.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.bing.com/maps/default.aspx?v=2&pc=FACEBK&mid=8100&rtp=adr.~pos.41.387114097844_2.1819291402409_MUTT++Bookshop+%C2%B7+Art+Gallery_Comer%C3%A7+15%2C+Barcelona%2C+Spain&cp=41.387114097844~2.1819291402409&lvl=16&sty=r&rtop=0~0~0~&mode=D&FORM=FBKPL1&mkt=en-US
BUEN VIAJE!
Την επόμενη φορά.
ΑπάντησηΔιαγραφήEs aceptable.
ΑπάντησηΔιαγραφή