Ο Federico García Lorca γεννήθηκε 5 Ιουνίου το 1898 στο Φουέντε Βακέρος. ‘Ενας από τους σημαντικότερους Ισπανούς ποιητές
και θεατρικούς συγγραφείς, από τους κορυφαίους εκπροσώπους της ισπανικής γενιάς
του '27. Στη Φοιτητική Κατοικία του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, που τότε
λειτουργούσε ως ανοιχτό πανεπιστήμιο, πολιτιστικό κέντρο της ισπανικής
πρωτεύουσας συνάντησε και συνδέθηκε με φιλία με τους Σαλβαδόρ Νταλί και Λουίς Μπονιουέλ.
Πέρα από το λογοτεχνικό του έργο, ασχολήθηκε επίσης με τη ζωγραφική
και τη μουσική. Υπέροχες όλες οι
δημιουργίες του, με κορυφαίες: Το Σπίτι Της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος,
Γέρμα, Θρήνος Για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας.
Ο ποιητής
και θεατρικός συγγραφέας Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα δολοφονήθηκε από
"άγνωστους" φασίστες, φαλαγγίτες του Φράνκο, στις 19 Αυγούστου 1936
κάπου στη Γρανάδα, κοντά στο Fuente grande, στο δρόμο μεταξύ του Víznar και Alfacar,
σε ηλικία 38 χρονών.
Η εν ψυχρώ δολοφονία του ήταν το αποκορύφωμα της λυσσαλέας
επίθεσης του κυοφορούμενου καθεστώτος ενάντια στις Τέχνες και τα Γράμματα. Η
σορός του δεν βρέθηκε ποτέ. Το άγαλμά του όμως κοσμεί μία από τις πανέμορφες πλατείες
της Μαδρίτης και συγκεκριμένα την Plaza Santa Ana!
Ντέφι χτυπώντας το
φεγγάρι
χορεύει κι έρχεται με χάρη,
έρχεται μες στις ερημιές
από το φως ασημωμένη
μικρή τσιγγάνα η Παινεμένη.
Ως τη θωρεί πετιέται πάνου
ο Άνεμος ο ακοίμιστος,
Πουνέντες άντρας πονηρός
κοιτάει τη μικρή κοιτάει
κι ολόγλυκα της τραγουδάει:
Μικρούλα μου άσε να σηκώσω
το φουστανάκι σου να ειδώ
άσε με λίγο να σ' αγγίξω
και της κοιλίτσας σου ν ανοίξω
το ρόδο το γαλαζωπό.
Πετάει το ντέφι τρομαγμένη
και τρέχει τρέχει η Παινεμένη,
ξοπίσω της ακολουθεί
Άνεμος άντρας που κρατεί
μια σπάθα, σπάθα αστραφτερή.
Άχου το κύμα πώς χλωμιάζει
ο κάμπος άκου πώς στενάζει
παίζει των ίσκιων η φλογέρα
μέσα στο σκοτεινό αγέρα:
Τρέχα Παινεμένη τρέχα
κι όπου να ναι θα προφτάσει
ο Άνεμος και θα σ αρπάξει,
να τος χιμάει από ψηλά
γλείφεται γλώσσες τις εννιά.
Στο πρώτο σπίτι η Παινεμένη
χώνεται μέσα αλαφιασμένη
την αρωτάνε να τους πει
και κείνη λέει κι ανιστορεί.
Ενώ απ τη λύσσα του θερίο,
ο Άνεμος γυρνάει στο κρύο
παίρνει το σπίτι και το ζώνει
τα κεραμίδια του δαγκώνει.
χορεύει κι έρχεται με χάρη,
έρχεται μες στις ερημιές
από το φως ασημωμένη
μικρή τσιγγάνα η Παινεμένη.
Ως τη θωρεί πετιέται πάνου
ο Άνεμος ο ακοίμιστος,
Πουνέντες άντρας πονηρός
κοιτάει τη μικρή κοιτάει
κι ολόγλυκα της τραγουδάει:
Μικρούλα μου άσε να σηκώσω
το φουστανάκι σου να ειδώ
άσε με λίγο να σ' αγγίξω
και της κοιλίτσας σου ν ανοίξω
το ρόδο το γαλαζωπό.
Πετάει το ντέφι τρομαγμένη
και τρέχει τρέχει η Παινεμένη,
ξοπίσω της ακολουθεί
Άνεμος άντρας που κρατεί
μια σπάθα, σπάθα αστραφτερή.
Άχου το κύμα πώς χλωμιάζει
ο κάμπος άκου πώς στενάζει
παίζει των ίσκιων η φλογέρα
μέσα στο σκοτεινό αγέρα:
Τρέχα Παινεμένη τρέχα
κι όπου να ναι θα προφτάσει
ο Άνεμος και θα σ αρπάξει,
να τος χιμάει από ψηλά
γλείφεται γλώσσες τις εννιά.
Στο πρώτο σπίτι η Παινεμένη
χώνεται μέσα αλαφιασμένη
την αρωτάνε να τους πει
και κείνη λέει κι ανιστορεί.
Ενώ απ τη λύσσα του θερίο,
ο Άνεμος γυρνάει στο κρύο
παίρνει το σπίτι και το ζώνει
τα κεραμίδια του δαγκώνει.
Και άλλο ένα πολυαγαπημένο ποίημα αφιερωμένο στον Federico
García Lorca γραμμένο από τον Νίκο
Καββαδία, ένα ποίημα- ύμνος κατά του φασισμού, ερμηνευμένο από τον Γιάννη Κούτρα
σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου